φρυγείο

φρυγείο
το, Ν [φρύγω]
το κάτω τμήμα υψικαμίνου, στο οποίο συντελούνται οι χημικές μεταβολές πριν από την τήξη τού μεταλλεύματος.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”